Σάββατο 22 Απριλίου 2017

Όμηροι στην «κλούβα» του τραίνου.

To καλοκαίρι του 1944, ενώ ήμουν κρατούμενος στις φυλακές της Τρίπολης στα υπόγεια του Δικαστικού μεγάρου, με πήραν μαζί με άλλους φυλακισμένους Εαμίτες (ΕΑΜ: Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο) και μας έκλεισαν στην «κλούβα» που έκανε δρομολόγιο Τρίπολη-Κόρινθο.
Η κλούβα ήταν ένα ξεσκέπαστο βαγόνι του τραίνου, φραγμένο με πολλά παλούκια και αγκαθωτά σύρματα γύρω -γύρω και από πάνω, το οποίο προπορευόταν των αμαξοστοιχιών για την ασφάλεια των σιδηροδρομικών μεταφορών των Γερμανών. Στη μέση της κλούβας υπήρχε νάρκη συνδεδεμένη με καλώδια και στο ίδιο βαγόνι ήμασταν κι εμείς, 25-30 άνδρες, στριμωγμένοι ο ένας πάνω στον άλλο, έτοιμοι ανά πάσα ώρα να ανατιναχτούμε στον αέρα αν δεχόταν επίθεση το τραίνο. Μαζί με μένα στην κλούβα ήταν και δυο άλλοι Βλαχοκερασιώτες, ο Γρηγόρης Κοντογιάννης και ο Παναγιώτης Κοπίτας, καθώς κι ένας Αλεποχωρίτης. Ήταν κι ένας Λάκωνας από την Αμερική που εγκλωβίστηκε με τον πόλεμο στην Ελλάδα και δεν μπόρεσε να φύγει, λόγιος άνθρωπος. Καθόταν απέναντί μου και εξοικονομούσαμε το χώρο να σταθούμε.


Οι συνθήκες «στην κλούβα» ήταν τραγικές. Κάναμε νύχτα μέρα το δρομολόγιο Τρίπολη – Κόρινθο κάτω από το καυτερό λιοπύρι σαν ετοιμοθάνατοι. Διψούσαμε και όταν μας δίνανε νερό μας έδιναν από αυτό που ρίχνανε στις ατμομηχανές. Ήμασταν και γεμάτοι ψείρες. Αποπατούσαμε στην άκρη της κλούβας που υπήρχε μια τρύπα. Μπορούσες να τρελαθείς εκεί μέσα.

Και με το φαγητό υπήρχε πρόβλημα. Ευτυχώς όμως η οργάνωση του ΕΑΜ στο Παρθένι είχε πείσει ορισμένες μαυροφορεμένες γυναίκες και ερχόντουσαν στο σταθμό όπου σταμάταγε η αμαξοστοιχία, και φέρνανε μαγειρεμένο πληγούρι, τραχανά… , σε πήλινα δοχεία για να μην πεθάνουμε της πείνας. Δίνανε τσιγάρα στους φρουρούς, τους δελεάζανε και τις άφηναν να μας δώσουν το φαγητό που το μοιράζαμε μεταξύ μας χωρίς να λείπουν και οι παρεξηγήσεις. Όμως μια μέρα βρέθηκε μέσα στο πληγούρι ένα ψαλίδι, (που μπορούσε να κόψει το σύρμα). Έγινε αντιληπτό από τους φρουρούς και αυτό μας κόστισε. Σταμάτησε η τροφοδοσία μας εκεί. Συνεχίστηκε βέβαια από γυναίκες στο Χιλιομόδι της Κορινθίας που γινόταν στάση ,μόνο που οι Γερμανοί έψαχναν με την ξιφολόγχη το πληγούρι ……που μας έδιναν. Ένας κλουβίτης είχε βγάλει κι ένα τραγούδι στις Χιλιομοδίτισσες που ξεκίναγε: «Γεια σας Χιλιομοδίτισσες της λευτεριάς καμάρι…». Σε αντίθεση στο Ελαιοχώρι όταν περνούσε το τραίνο είχαν τέτοιο μίσος που μας πετούσαν λιθάρια. Στην Κόρινθο μερικές φορές που μας κατέβαζαν σε μια αποθήκη μας έδινε κάτι να φάμε ο Ερυθρός Σταυρός.

Στο δρόμο συναντούσαμε κι άλλες κλούβες. Ερχόταν κλούβα από Αθήνα –Τρίπολη, Πάτρα –Τρίπολη, Καλαμάτα –Τρίπολη σε αυτήν μέσα πηγαινοερχόταν μελλοθάνατος κι ο βλαχοκερασιώτης «Ψαήλας» (Γεώργιος Μάνδρος). Θυμάμαι μια φορά στο σταθμό του Άργους ήταν εκεί και μια άλλη κλούβα και στην αμαξοστοιχία οι Γερμανοί μετέφεραν πόρνες. Μου έκανε εντύπωση που μας χαιρετούσαν οι πόρνες και προσπαθούσαν να μας δώσουν θάρρος: «τα βάσανά σας γρήγορα θα τελειώσουν, κουράγιο», μας έλεγαν. Πολλές από αυτές θα ήταν εξαναγκασμένες από τους Γερμανούς να τους ακολουθούν… 

Θυμάμαι και κάποια άλλα περιστατικά. Από την κλούβα Αθήνας –Κορίνθου δραπέτευσαν κάποια μέρα 12-15 έγκλειστοι, που έκοψαν το συρματόπλεγμα χωρίς να τους πάρουν είδηση οι φρουροί κι πήδηξαν ένας- ένας έξω στο χαντάκι, γιατί τα τρένα πήγαιναν σιγά- σιγά, καίγανε ξύλα και κάρβουνα. Έτσι τη γλίτωσαν. Αντικαταστάθηκαν βέβαια από άλλους. Έγινε χαμός τότε από τους Γερμανούς…

Άλλη φορά σε κλούβα στο δρομολόγιο Αθήνας –Πάτρας έξω από το Αίγιο, που μετέφερε πολεμικό υλικό έστησε ενέδρα ο ΕΛΑΣ για να απελευθερώσει τους κρατούμενους κλουβίτες,. Δεν τα κατάφερε, σκοτώθηκαν 5-6 Ελασίτες, εξερράγη η νάρκη και γλίτωσε από τους κλουβίτες μόνο ένας από τα Βούρβουρα. Είχε τύχη. Τα αέρια της νάρκης που εξερράγη τον πέταξαν έξω στη γράνα, μισολιπόθυμο, αργότερα συνήλθε και σώθηκε.

Όταν οι Γερμανοί έφυγαν παρέδωσαν εμάς όλους τους κλουβίτες στο διοικητή του στρατοπέδου των Ταγμάτων Ασφαλείας στην Κόρινθο που μας είπε: «Αν δεν συμφωνήσω με τους απέξω (δηλαδή το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ) θα σκοτώσω εσάς πρώτα, αν και σας λυπόμουν που σας έβλεπα τι μαρτύριο τραβούσατε. Έχω 400 στρατιώτες και 4 κανόνια, θα διαλύσω την Κόρινθο». Μας έβαζε καθημερινά να μαδάμε τα φύλλα από τις κληματόβεργες των αμπελιών για να απογυμνώνει τον τόπο να μην μπορούν να κρυφτούν οι επιτιθέμενοι. Όμως μαζεύτηκαν διάφορες προσωπικότητες από την Κορινθία, επιστήμονες, έμποροι ... και του είπαν να φύγει και να μην συγκρουστεί με τους Ελασίτες που ήδη είχαν μπει στην Τρίπολη και περισφίγγανε και την Κόρινθο. Αυτοί οι Κορίνθιοι πολίτες μας φέρανε και ρούχα, ήμασταν ρακένδυτοι, πήρα κι εγώ κάποιο πουκάμισο. Με την παρέμβαση των παραπάνω, του αρχιεπισκόπου Κορίνθου και δυο ερυθροσταυριτών μάς απέλυσε ο συνταγματάρχης και το αυτοκίνητο της Εκκλησίας μας συνόδευσε μέχρι το Άργος.

Γύρισα σπίτι μου άρρωστος. Άρρωστος από τύφο. Είχα κολλήσει τύφο ή από το νερό που μας έδιναν στην κλούβα ή από πηγάδι που πίναμε νερό στο στρατόπεδο. Δυο φορές με επισκέφτηκε ο γιατρός Μπούρτζος από την Αρβανιτοκερασιά. Δεν είχαμε και πάγο που χρειαζόταν για την αρρώστια. Ευτυχώς στις 11 Οκτώβρη έριξε χιόνι, το στουπώσαμε και το χρησιμοποιήσαμε για πάγο.
Φρικτές καταστάσεις… στη φυλακή να πέφτει άγριο ξύλο, στην κλούβα όμηρος να παίζεις κρυφτούλι με το θάνατο…

Αφήγηση του Παρασκευά Βελισσάρη ,ετών 93, στην Αγγελική Κατσαφάνα.
Αναδημοσίευση από την Εφημερίδα Φωνή της Βλαχοκερασιάς.

Πηγή: arcadiaportal.gr

ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΤΗΝ κ. ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΚΑΤΣΑΦΑΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ